Διαταραχές Λόγου

Καθυστέρηση Λόγου

Μιλάμε για καθυστέρηση λόγου όταν το παιδί πλησιάζει την ηλικία των 2,5-3 ετών και επικοινωνεί ακόμα μόνο με νοήματα (δείχνει αυτό που θέλει), χρησιμοποιεί μόνο συλλαβές ή λέξεις όπως μαμά, μπαμπά, παππού, γιαγιά, ή και καθόλου λέξεις, δυσκολεύεται να επαναλάβει λέξεις ή συλλαβές, δεν κάνει συνδυασμούς λέξεων-φράσεις, ο λόγος του δεν είναι κατανοητός από τους άλλους, αναγνωρίζει μόνο λίγα μέρη σώματος, ζώα, φρούτα και ρούχα χωρίς να τα κατονομάζει, δεν αναγνωρίζει βασικά χρώματα (μπλε, κόκκινο), δεν απαντά σε ερωτήσεις τύπου «ΝΑΙ» ή  «ΟΧΙ» και δεν ακολουθεί απλές εντολές ή οδηγίες.

Η ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας, στα πρώτα χρόνια της ζωής του ατόμου γίνεται μέσα στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον. Το παιδί εκδηλώνει την πρόθεση για επικοινωνία και αλληλόδραση, αναπτύσσει τις γλωσσικές, γνωστικές και κοινωνικές του  δεξιότητες. Στην περίπτωση όμως, που υπάρχει επιβράδυνση της γλωσσικής εξέλιξης το παιδί πρέπει να τεθεί υπό αξιολόγηση, η οποία θα αποκλείσει κάποια σοβαρότερη διαταραχή και συγχρόνως να διαμορφωθεί ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα αντιμετώπισης των δυσκολιών του, για να μπορέσει να καλύψει τα αναπτυξιακά κενά και να έχει μια καλή προσαρμογή και περαιτέρω εξέλιξη σε όλους τους τομείς της ζωής του. Όσο πιο γρήγορα λοιπόν γίνει η διάγνωση, τόσο πιο επιτυχής θα είναι η αποκατάσταση.

 

Διαταραχή Γλωσσικής Έκφρασης

Στην περίπτωση αυτή η ανάπτυξη της γλωσσικής έκφρασης είναι σημαντικά χαμηλότερη τόσο εξωλεκτικά, όσο και στο αντιληπτικό της μέρος. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν δυσκολία στην ανάκληση λέξεων ή στη σύνθεση προτάσεων που αντιστοιχούν στο αναπτυξιακό επίπεδο του ατόμου, εσφαλμένη χρήση λέξεων, χρόνων, σύνταξης. Η διαταραχή αυτή παρεμποδίζει σημαντικά την επικοινωνία, τις σχολικές επιδόσεις και άλλες δραστηριότητες της καθημερινής ζωής.

Δεν πρέπει να πληρούνται κριτήρια διάγνωσης μικτής διαταραχής γλωσσικής αντίληψης και έκφρασης, ούτε διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής για να γίνει η συγκεκριμένη διάγνωση. Αν υφίσταται παράλληλα νοητική καθυστέρηση, αισθητηριακό ή κινητικό έλλειμμα που δημιουργούν περιβαλλοντική αποστέρηση ή/και περαιτέρω προβλήματα στην ομιλία οι δυσκολίες είναι μεγαλύτερες.

 

Μεικτή Διαταραχή Γλωσσικής Αντίληψης και Έκφρασης

Εδώ η ανάπτυξη της γλωσσικής αντίληψης και έκφρασης είναι σημαντικά χαμηλότερη από ότι της εξωλεκτικά εκφραζόμενης νοημοσύνης. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν διαταραχή της γλωσσικής έκφρασης, δυσκολίες στην κατανόηση λέξεων/ προτάσεων ή γενικών εννοιών. Οι δυσκολίες αυτές παρεμποδίζουν σημαντικά την επίδοση του παιδιού, την επικοινωνία και κοινωνικότητα.

Δεν πρέπει πάλι να πληρούνται κριτήρια διάγνωσης διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής. Αν υφίσταται νοητική καθυστέρηση, αισθητηριακό ή κινητικό έλλειμμα, που δημιουργούν περιβαλλοντική αποστέρηση ή/και περαιτέρω προβλήματα στην ομιλία οι δυσκολίες είναι μεγαλύτερες.

 

Διαταραχή της Άρθρωσης

Αδυναμία παραγωγής ήχων της ομιλίας, που αναμένονται βάση του αναπτυξιακού επιπέδου της ηλικίας και της ομιλίας του ατόμου. Λάθη στην παραγωγή, χρήση, έκφραση ή οργάνωση του ήχου ή υποκαταστάσεις ενός ήχου από έναν άλλο. Οι δυσκολίες στην άρθρωση παρεμποδίζουν τη σχολική επίδοση και κοινωνική επικοινωνία.

 

Φωνολογική Διαταραχή

Είναι μια διαταραχή κατά την οποία εμφανίζονται δυσκολίες στην αντίληψη, επεξεργασία και οργάνωση των ήχων σε λέξεις. Οι ήχοι δεν έχουν κατακτηθεί σωστά και συνεπώς προφέρονται λανθασμένα, σε αντίθεση με αναμενόμενο βάση τη χρονολογική ηλικία του παιδιού. Πρόκειται λοιπόν για μια αποτυχία στο να παράγουν και να χρησιμοποιούν κατάλληλα συγκεκριμένους ήχους με αποτέλεσμα να «τρώνε» συλλαβές ή φθόγγους (π.χ. άλα αντί για μπάλα, λογό αντί για άλογο), να κάνουν αντικαταστάσεις (π.χ. κακί αντί για παπί), αντιμεταθέσεις ή αντίστροφες ήχων / συλλαβών και τελικά η ομιλία τους να είναι δυσκατάληπτη.

Η έγκαιρη διάγνωση και αποκατάσταση των φωνολογικών διαταραχών αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την περαιτέρω πορεία του παιδιού και την αποφυγή άλλων δυσκολιών. Η κακή ποιότητα ομιλίας θέτει κάποιες φορές το παιδί στη δυσάρεστη θέση να μη γίνεται αντιληπτό και αποδεκτό από τους άλλους και κυρίως τους συνομηλίκους του. Συμμαθητές πιθανόν να αστειευτούν με την αδυναμία του, ή να το απομονώνουν, με αρνητικές επιπτώσεις στην αυτοεκτίμησή ή να οδηγηθούν στο να υιοθετήσουν μια πιο προκλητική συμπεριφορά προκειμένου να κρύψουν να αμυνθούν εμφανίζοντας προβλήματα συμπεριφοράς και δυσκολίες στις διαπροσωπικές τους σχέσεις.

Τέλος είναι πολύ πιθανόν παιδιά με φωνολογικές διαταραχές να εμφανίσουν αργότερα στο δημοτικό μαθησιακές διαταραχές καθώς οι δυσκολίες τους επηρεάζουν πλέον και την γραφοφωνηματική αντιστοιχία. Το παιδί αποκωδικοποιεί τη λέξη λανθασμένα και τη γράφει όπως την προφέρει και έτσι οι δυσκολίες αυτές να γίνουν μακροχρόνιες.

Η διαταραχή αυτή μπορεί να εμφανιστεί και σε ενήλικες, ως αποτέλεσμα εγκεφαλικού επεισοδίου, τραύματος ή ασθένειας. Γενικά είναι πιο συχνή στα αγόρια,  ενώ μπορεί να συνυπάρχει και με άλλες διαταραχές της επικοινωνίας, όπως ο τραυλισμός, η ειδική γλωσσική διαταραχή  ή απραξία του λόγου, όπου κάνουν πιο δύσκολη την πορεία της εξέλιξης.

 

Διαταραχές της ροής και ρυθμού ομιλίας

Τραυλισμός (Βατταρισμός)

Πρόκειται για μια Διαταραχή της φυσιολογικής ροής και της χρονικής διευθέτησης της ομιλίας μη αναμενόμενη βάση της ηλικίας του ατόμου και χαρακτηρίζεται από συχνή εμφάνιση ενός ή περισσοτέρων από τα ακόλουθα:

1) Επαναλήψεις ήχων, συλλαβών ή ακόμα και μονοσύλλαβων λέξεων (πχ. π-π-π-πήρα, κυ-κυ-ρία, και-και-και).  

2) Επιμηκύνσεις ήχων (π.χ. θθθθθθέλω).

3) Παρεμβαλλόμενοι φθόγγοι (π.χ. εεε…).

4) Διακοπτόμενες λέξεις (παύσεις μέσα σε λέξη) (π.χ. φ……ωτιά).

5) Γεμάτες με φώνημα ή κενές παύσεις της ομιλίας.

6) περιφράσεις (υποκατάσταση λέξεων για αποφυγή λαθών).

7) Υπερβολική σωματική ένταση κατά την παραγωγή των λέξεων.

8) Επανάληψη ολόκληρων μονοσύλλαβων λέξεων (πχ. το-το-το είδα)

Ως δευτερεύοντα συμπτώματα εμφανίζονται επίσης συμπεριφορές όπως τικς για την ολοκλήρωση μιας λέξης ή μιας φράσης (κλείσιμο ματιών, κούνημα κεφαλής, άκρων), αλλαγή δύσκολης λέξης ή χρήση περιφράσεων για την αποφυγή επεισοδίου.

Η διαταραχή αυτή εμποδίζει την σχολική απόδοση και κοινωνική επικοινωνία. Αν υφίσταται παράλληλα νοητική καθυστέρηση, αισθητηριακό ή κινητικό έλλειμμα, που δημιουργούν περιβαλλοντική αποστέρηση ή/και περαιτέρω προβλήματα στην ομιλία οι δυσκολίες είναι μεγαλύτερες. Εμφανίζεται συνήθως μεταξύ 2-7 ετών, σε μια ηλικία ευαίσθητη, όπου το παιδί αναπτύσσει σημαντικά το λόγο του. Παρατηρείται σε μεγαλύτερο ποσοστό στα αγόρια από τα κορίτσια.

Οι δυσκολίες αυτές όμως έχουν επιπτώσεις και στα ψυχοσυναισθηματικές για το άτομο, που βιώνει αισθήματα αποτυχίας, απογοήτευσης, άγχους, φόβου, χαμηλής αυτοπεποίθησης, παραίτησης  και απόσυρσης. Γι’ αυτό το λόγο τα παιδιά που εμφανίζουν συμπτώματα τραυλισμού πρέπει να υποβάλλονται σε θεραπεία όσο το δυνατόν γρηγορότερα, πριν ακόμα πάνε στο σχολείο, καθώς με το πέρασμα του χρόνου και τη συνειδητοποίηση των δυσκολιών τους πιθανότατα βιώσουν αρνητικά συναισθήματα δυσκολίες στις διαπροσωπικές τους σχέσεις συνομηλίκους και ψυχολογική πίεση.

Παράγοντες που μπορούν να ευνοήσουν την αντιμετώπιση είναι να μην υπάρχει κληρονομική προδιάθεση, ο τραυλισμός να είναι ήπιος και το παιδί να έχει υψηλές γλωσσικές και νοητικές ικανότητες. Οι γονείς πρέπει να χρησιμοποιούν απλό λεξιλόγιο και σύνταξη με αργό ρυθμό ομιλίας. Ο ειδικός αξιολογεί τα επεισόδια και το επίπεδο τραυλισμού και δίνει στους γονείς κατευθύνσεις για την αντιμετώπιση των επεισοδίων, ή κρίνει εάν χρειάζεται παράλληλη παρέμβαση από άλλο ειδικό (πχ. Ψυχολόγο) και κάνει την παραπομπή. Ο συνδυασμός ψυχοθεραπείας και λογοθεραπείας είναι το ιδανικότερο πλαίσιο για μια πετυχημένη παρέμβαση.

Θεραπεία και πλήρης αποκατάσταση δεν είναι πάντα εφικτή, στόχος λοιπόν είναι το παιδί να καταφέρει να ελέγξει και να ρυθμίσει τις δυσκολίες του με τρόπο αποτελεσματικό ώστε να αυξήσει την ευφράδειά του, να μειώσει την ένταση και συχνότητα των επεισοδίων και να είναι κατανοητός από τους άλλους. Οι στρατηγικές επίλυσης αφορούν τον αυτοέλεγχο, την επιβράδυνση του ρυθμού ομιλίας και απαλή έναρξη της φώνησης.

 

Ταχυλαλία

Διαταραχή της ροής του λόγου που θεωρείται γενετική βάση και εμφανίζεται στην παιδική ηλικία, στα αγόρια σε μεγαλύτερη αναλογία σε σχέση με τα κορίτσια. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν γρήγορο ρυθμό ομιλίας, δυσρυθμίες, μονότονη ομιλία επαναλήψεις, επιμηκύνσεις, αποδιοργανωμένη σκέψη, παραφράσεις, μειωμένο εύρος προσοχής, αρθρωτικά προβλήματα, συντακτικά κενά, έλλειψη συνειδητότητας της διαταραχής και έντονη προσπάθεια κατά την ομιλία. Μπορεί να συνοδεύεται και με μειωμένη σχολική επίδοση, μαθησιακές δυσκολίες και κοινωνική δυσπροσαρμοστικότητα.

Τα άτομα μες ταχυλαλία παρουσιάζουν μη-φυσιολογική ροή επειδή δεν ελέγχουν την ομιλία τους όσο χρειάζεται και σε αυτό το λόγο οφείλονται τυχόν παράλληλες διαταραχές άρθρωσης και λόγου. Το βασικό πρόβλημα είναι η έλλειψη συνειδητότητας της διαταραχής και αρνητική στάση απέναντι σε προσπάθειες άλλων να εντοπίσουν ή να διορθώσουν δυσκολίες. Η θεραπεία περιλαμβάνει στροφή της προσοχής στις λεπτομέρειες που συνθέτουν την ομιλία. Ο αυτοέλεγχος θα τους βοηθήσει στο να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες και θα τους δώσει θετική ενίσχυση για να συνεχίσουν. Επιβράδυνση ρυθμού ομιλίας βοηθάει αρκετά. Ακρόαση μαγνητοφωνημένων συνομιλιών μπορεί να είναι χρήσιμη, γραφή λέξεων που θέλει να πει πριν τις πει, διδασκαλία της παύσης, παίξιμο ρόλων μετρονόμος..